Η Κάμαλα Χάρις, υποψήφια πρόεδρος των ΗΠΑ, έχει διαγράψει μια μακρά πορεία στην πολιτική σκηνή. Είναι η πρώτη μαύρη γυναίκα που κατέκτησε διαδοχικά κορυφαία αξιώματα, όπως το εισαγγελέα του Σαν Φρανσίσκο το 2003, γενική εισαγγελέας της Καλιφόρνιας το 2011 και γερουσιαστής το 2016. Εν συνεχεία, το 2020 εξελέγη αντιπρόεδρος. Η πολιτική της καριέρα είναι αποτέλεσμα ενός συνεπούς και μεθοδικού αγώνα μέσα από τις τάξεις των Δημοκρατικών.
Η επιρροή της μητέρας της, που ήταν μια δραστήρια δημοκρατική γυναίκα και ερευνήτρια κατά του καρκίνου, φαίνεται να έχει επηρεάσει βαθιά την πολιτικοποίηση της Χάρις. Μεγαλωμένη στην Καλιφόρνια και με συχνές συμμετοχές σε διαδηλώσεις κατά των φυλετικών διακρίσεων, η Χάρις φαίνεται να έχει το πολιτικό DNA στην ψυχή της. Η κληρονομιά αυτής της πολιτικής οικογένειας βρίσκει σήμερα αντανάκλαση στη διαμόρφωση των θέσεων της, που προάγουν τις αξίες της ισότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το πολιτικό της εγχείρημα προκύπτει σε μια εποχή που οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν σοβαρούς πολιτικούς και κοινωνικούς διχασμούς. Η υποψηφιότητά της, αν και αναγκαστική έπειτα από την αποχώρηση του Μπάιντεν, ενώνει ψηφοφόρους και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Ωστόσο, οι έρευνες δείχνουν ότι το ρεύμα υπέρ της δεν συγκεντρώνει την απαιτούμενη πλειοψηφία, σε αντίθεση με την περισσότερο ριζοσπαστική ατζέντα του πρώην προεδρικού υποψηφίου, Ντόναλντ Τραμπ.
Η Χάρις εκπροσωπεί τη συνεχιζόμενη παράδοση της αμερικανικής πολιτικής, που προτάσσει τις συναινέσεις, ενώ η αντιμετώπιση των προκλήσεων, όπως η μετανάστευση και ο ανταγωνισμός με την Κίνα, την βρίσκει αντιμέτωπη με διλήμματα που καταγράφονται και στις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις. Ο δεξιός λαϊκισμός απέναντι σ’ αυτές τις προκλήσεις προσφέρει απαντήσεις, έστω και ψευδείς αλλά πειστικές, με αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι που απορρίπτουν το status quo να στραφούν σε πιο ακραίες επιλογές.
Η αναμέτρηση των εκλογών στις ΗΠΑ φαίνεται πως θα είναι οριακή. Αν και η εκλογή της Χάρις θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση των Δημοκρατικών, δεν αναμένεται να γεφυρώσει το ρήγμα που έχει προκύψει από τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις. Στην κριτική στιγμή που διανύει η χώρα, η ερώτηση «μπορεί η Κάμαλα να γίνει Ρούζβελτ;» επανέρχεται στα χείλη πολλών παρατηρητών.
Πηγή: tanea.gr