Η διεθνής κοινότητα έχει αρχίσει να παρακολουθεί στενά την κατάσταση στην Ελλάδα, μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις υποκλοπές. Η χώρα μας έχει γίνει σημείο αναφοράς για την επικίνδυνη χρήση ψηφιακών εργαλείων, όπως το λογισμικό επαγκοσμίου βεληνεκούς, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίζουν ως «κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια». Αυτό το γεγονός εντείνει την ανησυχία, καθώς το λογισμικό έχει εξαγάγει σε χώρες γνωστές για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μέχρι τώρα, οι ελληνικές Αρχές έχουν χειριστεί την υπόθεση των υποκλοπών με περιορισμένα μέτρα, αντιμετωπίζοντάς την ως ένα απλό πλημμέλημα, ενώ οι δράστες της υπόθεσης παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ατιμώρητοι. Η αντίφαση αυτή αναδεικνύει μια ανησυχητική διάσταση, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω του προεδρικού διατάγματος του Μπάιντεν, έχουν επιβάλει σοβαρές κυρώσεις σε εταιρείες και άτομα που σχετίζονται με το λογισμικό Predator, δείχνοντας έτσι τη σοβαρότητα με την οποία προσεγγίζουν το ζήτημα αυτό.
Η κατάσταση αυτή τροφοδοτεί ένα συνολικό αίσθημα ατιμωρησίας για ένα ζήτημα που αφορά τη δημόσια ασφάλεια και την αξιοπιστία των θεσμών της χώρας. Εν μέρει, αυτή η αίσθηση έχει ενισχυθεί από την ανεπαρκή αντίδραση των τοπικών Αρχών, οι οποίες φαίνεται να μην έχουν συνειδητοποιήσει πλήρως την έκταση και τις κρίσιμες συνέπειες της παρακολούθησης κορυφαίων πολιτικών, δικαστών και στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτή η κατάσταση προκαλεί έντονη ανησυχία και απογοήτευση, καθώς η Ελλάδα αναγνωρίζεται διεθνώς για την αποτυχία της να αντιδράσει αντίστοιχα σθεναρά σε ένα τόσο δυσώδες ζήτημα, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την εικόνα της χώρας στο παγκόσμιο σκηνικό.
Πηγή: tanea.gr