Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη που συνδέει την εκπροσώπηση του «λαού» με την πρόοδο και την ευημερία των φτωχών. Συχνά, αυτές οι προσεγγίσεις κρύβουν σκοπιμότητες που δεν είναι πάντα καθαρά ιδεολογικές. Η ρητορική «στο όνομα του λαού» μπορεί να μετατραπεί σε όχημα προσωπικών ή κομματικών συμφερόντων, όπου οι προθέσεις δεν είναι πάντα αγνές.
Το ζήτημα της διαφθοράς στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, ειδικά στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), έχει αναδειχθεί σε σοβαρό πρόβλημα, με επίορκους γιατρούς και φαρμακοποιούς να εμπλέκονται σε παράνομες συνταγογραφήσεις. Οι κατηγορούμενοι φαίνεται να εκμεταλλεύτηκαν μια δομή δημόσιων παροχών, προάγοντας την αίσθηση ότι το ΕΣΥ είναι «αγελάδα για άρμεγμα», επωφελούμενοι τόσο από τους φορολογούμενους που στηρίζουν το σύστημα όσο και από εκείνους που δεν έχουν προσφέρει πουθενά.
Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει τα τρωτά σημεία του συστήματος, με τις εγκληματικές οργανώσεις να προχωρούν σε εκμετάλλευση της αδυναμίας ελέγχου που προσφέρει το ΕΣΥ. Οι γιατροί εμπλέκονται στη διαδικασία έκδοσης πλαστών συνταγών για κοινά φάρμακα, εξασφαλίζοντας κέρδη μέσω παραστατικών που αναφαίνονται ως νόμιμες προμήθειες, ενώ στην πραγματικότητα οι ουσίες δεν πωλούνται ποτέ.
Ιδιαίτερη είναι η αντίσταση που παρουσιάζεται σε κάθε προσπάθεια βελτίωσης και ελέγχου του συστήματος υγείας. Οι εκπρόσωποι των συνδικαλιστών και τα λεγόμενα προοδευτικά κόμματα φαίνεται να επιθυμούν την διατήρηση μιας άναρχης κατάστασης, η οποία δημιουργεί πολλά κενά και ευνοεί την διαφθορά. Έτσι, οι συμπολίτες συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται στην πρόσβαση τους στις υπηρεσίες υγείας, την ίδια στιγμή που οι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται την κατάσταση.
Το ζήτημα αυτό δεν αφορά μόνο κάποιους κακούς επαγγελματίες υγείας, αλλά μια γενικότερη κουλτούρα που ενδέχεται να αυτοαναπαράγεται στο δημόσιο σύστημα, όπου οι ευθύνες είναι θολές και η εποπτεία ανύπαρκτη. Η διαφθορά δεν έχει πολιτικό χρώμα και μπορεί να διεισδύει σε οποιαδήποτε πολιτική ή ιδεολογική γραμμή, με τις επιπτώσεις να πλήττουν όλους τους πολίτες.
Στο τέλος, η αλήθεια είναι ότι το ΕΣΥ μπορεί να γίνει ένα καλύτερο σύστημα για τους πολίτες του μόνο όταν οι αρμόδιοι δείξουν συνέπεια και προθυμία να λάβουν μέτρα που θα περιορίσουν τη διαφθορά και θα ενισχύσουν τις υποδομές του. Ιδίως, η εφαρμογή δυσκολιών στην προσβασιμότητα δεν μπορεί να είναι η απάντηση στις αδυναμίες του συστήματος.
Πηγή: tanea.gr